επιξεναγία

επιξεναγία
ἐπιξεναγία, ἡ (Α)
ονομασία τάξης ελαφρά οπλισμένων στρατιωτών, ίσης με τέσσερεις ξεναγίες*, που αποτελείται δηλ. από 2.048 άνδρες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἐπιξεναγία — ἐπιξεναγίᾱ , ἐπιξεναγία four fem nom/voc/acc dual ἐπιξεναγίᾱ , ἐπιξεναγία four fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιξεναγίαι — ἐπιξεναγίᾱͅ , ἐπιξεναγία four fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”